Με σχέδιο π.δ.  που καταρτίστηκε από το ΥΠΕΚΑ, επιχειρείται η εισαγωγή ρυθμίσεων για τη δόμηση εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός ορίων οικισμών στα νησιά της ελληνικής επικράτειας, πλην της Κρήτης και της Εύβοιας. Σκοπός των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι, μεταξύ άλλων,  η θέσπιση όρων και περιορισμών δόμησης για την προστασία, διατήρηση και ανάδειξη της φυσιογνωμίας και του τοπίου του νησιωτικού χώρου. Ειδικότερα, επιχειρείται η θέσπιση ορίου για την κατάτμηση των γηπέδων, ο καθορισμός της κατά κανόνα και κατά παρέκκλιση αρτιότητας και ο καθορισμός της μέγιστης επιτρεπόμενης δόμησης.

Το Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ που επεξεργάστηκε το προαναφερθέν σχέδιο π.δ. παρατήρησε, κατ’ αρχάς, ότι , ανεξαρτήτως της συνταγματικότητας των νέων διατάξεων του ΝΟΚ (ν. 4067/2012) για τα υπόσκαφα κτίρια, η κατασκευή τέτοιων κτιρίων, με τη γενική και αόριστη κρίση, ότι η δόμησή τους “εναρμονίζεται με τη μορφολογία του εδάφους”,  δεν προτείνεται νομίμως και είναι, συνεπώς, διαγραπτέα.

Έκρινε, επίσης, ότι, ενόψει των διατάξεων του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου  για τον Τουρισμό , νομίμως , κατ’ αρχήν, ορίζεται στο άρθρο 3 του σχεδίου π.δ. ότι επιτρέπεται η δόμηση τουριστικών εγκαταστάσεων στα ακατοίκητα νησιά, εφόσον αυτό προβλέπεται από χωροταξικό σχεδιασμό. Πρέπει, όμως, η διάταξη αυτή να αναδιατυπωθεί, ώστε να μη γίνεται αναφορά, αορίστως, σε “ειδικό χωροταξικό”, αλλά στο συγκεκριμένο Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό που εγκρίθηκε με την 24208/2009 απόφαση της Επιτροπής Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στον Τομέα του Χωροταξικού Σχεδιασμού και της Αειφόρου Ανάπτυξης.

Κρίθηκε, ακόμα, ότι δεν προκύπτει με σαφήνεια εάν η παρεχόμενη δυνατότητα μειώσεως της ελάχιστης απόστασης του κτιρίου από τα όρια του γηπέδου αφορά μόνον τα κτίσματα που κατασκευάζονται κοντά στην κορυφογραμμή ή και τις λοιπές περιπτώσεις που ρυθμίζουν θέματα αποστάσεων.

Έγινε, τέλος, δεκτό ότι οι διατάξεις των άρθρων 26 του ν. 2831/2000, 12 του ν. 3212/2003, 31 παρ. 4 του ν. 3325/2005, καθώς και του άρθρου 42 παρ. 12 του ν. 3316/2005, ρυθμίζουν το ζήτημα της εφαρμογής, σε μεταβατικό στάδιο, των κανονιστικών πράξεων πολεοδομικού περιεχομένου που περιέχουν διατάξεις σχετικές με τους όρους δόμησης και τις χρήσεις γης, στην περίπτωση που αυτές τροποποιούνται, αντικαθίστανται ή μεταβάλλονται, με νεότερες κανονιστικές πράξεις, αντίστοιχου περιεχομένου.  Ενόψει δε του ιδιαίτερου χαρακτήρα του νησιωτικού τοπίου που χρήζει κρατικής μέριμνας και προστασίας και αποτελεί τον δικαιολογητικό λόγο των προτεινόμενων ρυθμίσεων, η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 του σχεδίου π.δ., κατά την οποία αιτήσεις, οι οποίες έχουν κατατεθεί στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία με πλήρη φάκελο εξετάζονται με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις, δεν τίθεται νομίμως, “εφόσον δεν προκύπτει ότι η Διοίκηση έχει εξετάσει τις συνέπειες της εφαρμογής των προγενέστερων διατάξεων και έχει διαπιστώσει ότι η εφαρμογή τους δε θέτει σε κίνδυνο τη φυσιογνωμία των περιοχών που ρυθμίζονται με το σχέδιο π.δ. για την εκτός σχεδίου δόμηση στα νησιά της Ελληνικής Επικράτειας”.