Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας , με την πρόσφατη υπ’ αριθμ. 2499/2012 απόφασή της, η οποία εκδόθηκε με αφορμή την αίτηση ακυρώσεως του Δήμου Θίσβης Βοιωτίας  κατά του ΥΠΕΚΑ έκρινε, προσφεύγοντας σε μία πραγματικά πρωτοποριακή ερμηνεία των σχετικών συνταγματικών διατάξεων,  ότι “δεν αποκλείεται η θέσπιση από το νομοθέτη ρυθμίσεως, δια της οποίας δίδεται η δυνατότητα, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να εγκριθεί επέμβαση σε έκταση που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα”.

Συγκεκριμένα, κρίθηκε, με βάση την υποδειγματικής επιστημονικής ακρίβειας και ανάλυσης εισήγηση της Συμβούλου Επικρατείας Κατερίνας Σακελλαροπούλου,  ότι  κατά την έννοια των συνταγματικών διατάξεων που προστατεύουν τα δάση και τις δασικές εκτάσεις και παρά την απόλυτη διατύπωσή τους, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο συνταγματικός νομοθέτης  είχε τη βούληση να απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση αναδασωτέων εκτάσεων ακόμα και για σκοπούς που υπηρετούν συγκεκριμένο δημόσιο συμφέρον.

Ως εκ τούτου, δεν απαγορεύεται η χρησιμοποίηση αναδασωτέας εκτάσεως, προκειμένου να καλυφθεί και να εξυπηρετηθεί σκοπός ευρύτερου δημοσίου συμφέροντος, και, συγκεκριμένα, να εξυπηρετηθεί ανάγκη με ιδιαίτερη κοινωνική, εθνική ή οικονομική σημασία. Σε ότι δε , ειδικότερα, αφορά την εγκατάσταση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ έγινε δεκτό από την πλειοψηφία της Ολομέλειας του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου ότι οι διατάξεις που επιτρέπουν την επέμβαση σε αναδασωτέες εκτάσεις για την εγκατάσταση ΑΠΕ είναι συνταγματικά ανεκτές, ενόψει της εξαιρετικής  σημασίας των ΑΠΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη και ειδικότερα τη διασφάλιση του ενεργειακού δυναμικού της χώρας και, κυρίως, της αντιμετώπισης των κλιματικών αλλαγών, που αποτελεί αντικείμενο διεθνούς δεσμεύσεως της χώρας και ζήτημα κοινοτικού ενδιαφέροντος.

Κρίθηκε, τέλος, ότι ενόψει του εξαιρετικού χαρακτήρα της επεμβάσεως στις περιοχές αυτές, η σχετική εγκριτική απόφαση  πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, με κριτήρια αναφερόμενα τόσο στη σημασία του έργου ” ασυνδέτως προς την επιδίωξη αποδοτικότερης για τον φορέα οικονομικής εκμετάλλευσης”, όσο  και στην αναγκαιότητα εκτέλεσής του στην αναδασωτέα έκταση, με γνώμονα αφενός την ανάγκη προστασίας του δασικού οικοσυστήματος και αφετέρου την εξυπηρέτηση του δημόσιου σκοπού στον οποίο αποβλέπει το έργο.

Πρόκειται, αναφισβήτητα, για μία πολύ σημαντική απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με την οποία επιχειρείται μία προοδευτική, ορθολογική και εξόχως αποτελεσματική εφαρμογή της αρχής της “στάθμισης” μεταξύ των αγαθών που εξυπηρετούν δημόσιο συμφέρον. Διευρύνεται, έτσι, το περιεχόμενο της ανάγκης προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και των δασικών οικοσυστημάτων, το οποίο δεν είναι ούτε επιστημονικά, αλλά ούτε  και μεθοδολογικά ορθό να αποσυνδέεται από επιδιώξεις που εξυπηρετούν ευρύτερο δημόσιο συμφέρον, όπως είναι για παράδειγμα η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Απελευθερώνεται, τέλος, η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης από το αμιγώς “περιβαλλοκεντρικό” περιεχόμενο που της είχε εσφαλμένα αποδοθεί και επανέρχεται στις πραγματικές της διαστάσεις, εκεί, δηλαδή, όπου το οικονομικό, το κοινωνικό και το περιβαλλοντικό συγκλίνουν, τελώντας  σε μία σχέση διαρκούς ισορροπίας και αμοιβαίας και διαλεκτικής αλληλεξάρτησης.