Σύμφωνα με την πρόσφατη υπ’ αριθμ. 3341/2013 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, δυνάμει του άρθρου 24 του ισχύοντος Συντάγματος καθιερώνεται η συνταγματική επιταγή για χωροταξική ανάπτυξη και πολεοδομική διαμόρφωση της χώρας, με βάση ορθολογικό σχεδιασμό, υπαγορευόμενο από πολεοδομικά κριτήρια, ανάλογα με την ιδιομορφία, τη φυσιογνωμία και τις ανάγκες κάθε περιοχής.

Συνεπεία τούτων, είναι συνταγματικώς ανεκτή η πρόβλεψη της δυνατότητας εξαίρεσης από την κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών, εφόσον αυτές έχουν ανεγερθεί προ του 1983 και την έκδοση του ν. 1337/1983, περί της επέκτασης των πολεοδομικών σχεδίων και της οικιστικής ανάπτυξης, αλλά η σχετική ρύθμιση νοείται μόνον ως εξαιρετική και υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις.

Αντιθέτως, είναι αντίθετη στην ανωτέρω συνταγματική επιταγή η πρόβλεψη εξαίρεσης από την κατεδάφιση μεταγενέστερων κατασκευών, μετά, δηλαδή, τη θέσπιση των σχετικών πολεοδομικών κανόνων και κατά παράβαση των διατάξεων που αφορούν τους περιορισμούς δόμησης ή τις εκάστοτε χρήσεις γης.

Η διάταξη, συνεπώς, του άρθρου 24 του ν. 4014/2011, αντίκειται στην προαναφερθείσα συνταγματική επιταγή, καθώς επιτρέπει, κατ’ ουσίαν, την επί μακρόν διατήρηση κατασκευών και χρήσεων, που παραβιάζουν τις εκάστοτε ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις, με αποτέλεσμα να ανατρέπεται και σε κάθε περίπτωση να νοθεύεται ο  συνταγματικά επιβαλλόμενος ορθολογικός πολεοδομικός σχεδιασμός και να επέρχεται αλλοίωση της λειτουργικότητας των οικισμών και επιδείνωση των όρων διαβίωσης των κατοίκων.

Επιπροσθέτως, και παρά την αυστηρότητα του εν λόγω νόμου, όσον αφορά τις επιβαλλόμενες κυρώσεις, σε καμία περίπτωση δεν αίρονται, μέσω αυτών, οι δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον των περιοχών, στις οποίες βρίσκονται οι αυθαίρετες κατασκευές, δεδομένου ότι η αναστολή της κατεδάφισης επέρχεται με μόνη την υποβολή αίτησης και των σχετικών δικαιολογητικών, εκ μέρους του εκάστοτε ενδιαφερόμενου και την καταβολή του προβλεπόμενου ειδικού προστίμου, χωρίς την ειδική και εμπεριστατωμένη για κάθε αυθαίρετο ξεχωριστά  κρίση των αρμόδιων διοικητικών οργάνων, ύστερα από εκτίμηση ειδικών πολεοδομικών και κτιριολογικών κριτηρίων.

Ούτε, βέβαια, η περιέλευση των προστίμων στο “Πράσινο Ταμείο” του ΥΠΕΚΑ , είναι ικανή να αποτελέσει σημαντικό έρεισμα για την ισχύ του εν λόγω νόμου, δεδομένου ότι εισπρακτικοί και μόνον σκοποί δε θα ήταν δυνατόν, σύμφωνα πάντα με το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, να θεμελιώσουν λόγο δημοσίου συμφέροντος, που θα δικαιολογούσε τη θέσπιση ρυθμίσεων με ευρύτατες συνέπειες σε βάρος του περιβάλλοντος, όπως είναι οι ρυθμίσεις που επιχειρήθηκαν δυνάμει των επίμαχων διατάξεων.