Με την υπ’ αριθ. 527/2016 απόφαση του Ε΄τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι το άρθρο 70 παρ. 1 του ν. 998/1979 περί προστασίας των δασών και των δασικών, εν γένει, εκτάσεων,, το οποίο προβλέπει ως γνωστόν τόσο ποινικές όσο και διοικητικές κυρώσεις, αποβλέπει, πρωτίστως, στην τήρηση της συνταγματικής επιταγής του άρθρου 117 παρ. 3 και έχει το ίδιο εύρος εφαρμογής με αυτή.
Έγινε, επιπλέον , δεκτό ότι κατά τη συνταγματική αυτή διάταξη: “Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό“.
Συνεπώς, όπως έκρινε το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 70 παρ. 1 του ν. 998/1979 διοικητική κύρωση επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση μερικής ή ολικής καταστροφής ή αποψίλωσης δασικής βλάστησης σε αναδασωτέα δημόσια ή ιδιωτική έκταση με οποιονδήποτε τρόπο, ή επεμβάσεων με τις οποίες καταστρέφεται ή αλλοιώνεται η φυσική μορφή της δασικής αυτής έκτασης.
Περαιτέρω, ως προς τη δυνατότητα δικαστικής προσβολής των σχετικών πράξεων, έγινε δεκτό από το Ανώτατο Δικαστήριο, πως η πράξη καταλογισμού προστίμου σε εκείνον που εκχερσώνει κηρυγμένη αναδασωτέα έκταση, προσβάλλεται νομίμως με προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου Διοικητικού Πρωτοδικείου, ενώ η απόφαση περί αναδάσωσης προσβάλλεται με αίτηση ακύρωσης ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού δικαστηρίου. Η τελευταία φέρει ως ατομική διοικητική πράξη πλήρες τεκμήριο νομιμότητας, κατά συνέπεια δεν επιτρέπεται η αμφισβήτησή της στη δίκη που εγείρεται με αφορμή την προσφυγή κατά της καταλογιστικής πράξης επιβολής προστίμου.
Τέλος, έγινε δεκτό ότι η ανωτέρω διάταξη προβλέπει τη διαγραφή των προστίμων που επεβλήθησαν για εκχέρσωση αναδασωτέων εκτάσεων, εφόσον η επιβολή τους έλαβε χώρα χωρίς να έχει προηγηθεί απόφαση ποινικού δικαστηρίου για το αντίστοιχο ποινικό αδίκημα.