Skip to main content
ΝΕΑ

Η δικαιοδοσία των δικαστηρίων επί του καθορισμού της αποζημίωσης που θα πρέπει να επιστραφεί σε περίπτωση ανάκλησης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης

By February 5, 2019February 11th, 2019No Comments1 min read

Σε έλεγχο της  δικαιοδοσίας του προέβη το Συμβούλιο της Επικρατείας (εφεξής ΣτΕ) κατά την εκδίκαση αίτησης ακυρωσης ενώπιόν του, η οποία αφορούσε στον προσδιορισμό επιστρεπτέας αποζημίωσης σε περίπτωση ανάκλησης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης περίπτωσης εντοπίστηκε στο γεγονός ότι, εν προκειμένω, η απόφαση που προσδιόρισε το ποσό της επιστρεπτέας αποζημίωσης εκδόθηκε από νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ν.π.ι.δ.). Το ζήτημα αρμοδιότητας που προέκυψε,ενόψει, μάλιστα και της νέας διάταξης του άρθρου 127 παρ. 1  του ν. 4070/2012 παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με την υπ’ αριθ. 1622/ 2018 παραπεμπτική απόφασή του.

Στην υπό κρίση περίπτωση, θα πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Το 1988 πραγματοποιήθηκε υπέρ της ΕΥΑΘ Παγίων αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου, με σκοπό την κατασκευή αντλιοστασίου.Η κατασκευή , ωστόσο,αυτή δεν συντελέστηκε μέχρι το έτος 1999, οπότε και ο αιτών υπέβαλε για πρώτη φορά αίτηση ανάκλησης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ενώπιον της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, η οποία απορρίφθηκε σιωπηρά από τη Διοίκηση.Απορριπτική ήταν ανάλογα και η απόφαση επί αίτησης ακύρωσης της σιωπηρής απόρριψης, με το επιχείρημα ότι το διάστημα των 11 ετών που είχε παρέλθει δεν υπερέβενε τον εύλογο χρόνο για την εκπλήρωση του σκοπού της απαλλοτρίωσης.

Ο αιτών επανήλθε με αίτηση ακύρωσης νέας σιωπηρής απόρριψης αίτησης ανάκλησης την οποία είχε υποβάλει το 2008. Το ΣτΕ με την υπ’ αριθ. 1561/2012 απόφασή του επί της ανωτέρω αίτησης ακύρωσης έκανε δεκτό το αίτημα του αιτούντος και με το επιχείρημα ότι η πάροδος 20 ετών καταδεικνύει τη σαφή βούληση του υπέρ ου η απαλλοτρίωση να εγκαταλείψει το σκοπό της, προέβη στην ακύρωση της προσβαλλόμενης παράλειψης της Διοίκησης.

Εν συνεχεία, η ΕΥΑΘ Παγίων προέβη στον καθορισμό του ποσού της επιστρεπτέας αποζημίωσης, το οποίο αμφισβήτησε ο αιτών ισχυριζόμενος ότι παραβιάζονται συνταγματικά κατωχυρωμένα στο άρθρο 17 Σ. δικαιώματά του. Τα προεκτεθέντα ζητήματα, που αφορούν στο ουσιαστικό νομοθετικό καθεστώς αποτέλεσαν το εφαλτήριο για τον έλεγχο της δικαιοδοσίας του ΣτΕ.

Συμπερασματικά, καθίσταται σαφές ότι υπό το πρίσμα των νέων διατάξεων, διαφορές αφορώσες στο ύψος της επιστρεπτέας αποζημίωσης επί άρσης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ως διαφορές ουσίας. Ο καθορισμός, μάλιστα της επιστρεπτέας αποζημίωσης γίνεται είτε από τον Υπουργό Οικονομικών, είτε από τον υπέρ ου η απαλλοτρίωση, ανάλογα με το αν η απαλλοτρίωση έχει κηρυχθεί υπέρ του Δημοσίου  ή όχι.