Είναι γνωστό, πως την τελευταία δεκαετία η ελληνική κοινωνία διέρχεται μια βαθιά οικονομική κρίση. Είναι, επίσης, δεδομένο ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της πρωτοφανούς, πράγματι, αυτής  οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, ελήφθησαν μια σειρά από νομοθετικά μέτρα και παρεμβάσεις που είχαν ως πρωταρχικό τους σκοπό, αν όχι την πλήρη ανατροπή της, τουλάχιστον, την ανάσχεσή της και την επιδίωξη μιας πολύ περισσότερο βιώσιμης και ορθολογικής οικονομικής ανάκαμψης. Μεταξύ αυτών των μέτρων, κυρίαρχη θέση κατέχει και η θεσμοθέτηση των Ειδικών Σχεδίων Χωρικής Ανάπτυξης των Δημοσίων Ακινήτων ( εφεξής ΕΣΧΑΔΑ), μέσω των οποίων επιδιώκεται πρωτίστως η αξιοποίηση των δημοσίων ακινήτων, με την ταυτόχρονη, όμως, τήρηση μιας διπλής συνισταμένης: της ποιοτικά βιώσιμης επένδυσης και της μακροπρόθεσμης προστασίας του φυσικού και  πολιτιστικού περιβάλλοντος.

Ένα τέτοιο σχέδιο καταρτίστηκε και για την μεγάλη έκταση της παραλίας Αφάντου της Ρόδου, με το οποίο αυτή χωρίστηκε σε δύο τμήματα, το « Βόρειο Αφάντου ή Γκολφ Αφάντου» και το «Νότιο Αφάντου», προκειμένου να αναπτυχθεί και να αξιοποιηθεί τουριστικά, ώστε να επιφέρει κέρδη για την περιοχή σε όλη την διάρκεια του χρόνου. Με το παρόν, επιχειρείται η συνοπτική καταγραφή τόσο των περιβαλλοντικών παραμέτρων του συγκεκριμένου ΕΣΧΑΔΑ, όπως αυτές τέθηκαν στο σχέδιο του προεδρικού διατάγματος, το οποίο εγκρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ( εφεξής ΣτΕ) όσο και των προσκομμάτων που τέθηκαν στην διαδικασία, με αποτέλεσμα το σχεδιαζόμενο έργο στην περιοχή να παραμείνει στάσιμο για πολλά έτη.