Χάος διέπει το νομικό καθεστώς των προς αποκρατικοποίηση ακινήτων του Δημοσίου, που έχει στην κατοχή του το ΤΑΙΠΕΔ, με την πλειονότητα αυτών να διαθέτουν ελλιπή ή ακόμη και καθόλου πολεοδομικές άδειες και σχέδια, ενώ δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις ακινήτων που παρουσιάζουν αποκλίσεις από τα πολεοδομικά ή τοπογραφικά τους έγγραφα, δυσχεραίνοντας ακόμη περισσότερο την απόπειρα πώλησής τους.

Τα εν λόγω περιστατικά εμφανίζονται με μεγάλη συχνότητα μεταξύ των ακινήτων που καλείται να αξιοποιήσει το ΤΑΙΠΕΔ και στις περισσότερες περιπτώσεις η ελλιπής καταγραφή της πλήρους, κυρίως, έκτασης αυτών στα χαρτιά έχει γίνει προκειμένου να παρακαμφθούν οι απαιτήσεις των περιβαλλοντικών όρων που έχουν τεθεί από τη νομοθεσία. Χαρακτηριστικά παραδείγματα της παθογένειας αυτής είναι τα Ολυμπιακά έργα, τα οποία δεν έχουν άδεια, το ΣΕΦ και το γήπεδο του μπέιζμπολ, που είναι αυθαίρετα.

Όλα αυτά τα προβλήματα δυσχεραίνουν την πώληση των ακινήτων, καθώς οι διαδικασίες νομιμοποίησής τους μπορεί να στοιχίσουν στο ΤΑΙΠΕΔ από δύο έως τέσσερις μήνες για κάθε ένα από αυτά, γεγονός το οποίο αποτελεί εμπόδιο για όσα ακίνητα πρέπει να πωληθούν, όχι, όμως, για όσα πρόκειται να εκμισθωθούν μακροχρόνια. Το βασικό πρόβλημα που παρουσιάζουν τα εν λόγω ακίνητα αφορά τις χρήσεις, οι οποίες έχουν οριστεί είτε με προεδρικό διάταγμα, είτε σε ΦΕΚ, καθώς, για τα ακίνητα αυτά, οι εν λόγω χρήσεις δεν αναγνωρίζονται όταν περιέλθουν σε νέο ιδιοκτήτη. Το πρόβλημα αυτό θα μπορέσει να λυθεί, ωστόσο, γρήγορα, εφόσον υπάρξουν σχετικές τροπολογίες ή ακόμη και νέο προεδρικό διάταγμα.

Άλλο μεγάλο ζήτημα αποτελεί το χλιαρό, προς το παρόν τουλάχιστον, επενδυτικό ενδιαφέρον. Πέρα από τα προαναφερθέντα διαδικαστικά ζητήματα, η κακή κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει ορισμένα ακίνητα, όπως είναι, για παράδειγμα, τα περιφερειακά αεροδρόμια της χώρας, αποτρέπει πιθανούς επενδυτές, δυσχεραίνοντας, έτσι, ακόμη περισσότερο την επίτευξη των στόχων για έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις.

Ενδεικτική είναι η εικόνα του συνόλου των ακινήτων του Δημοσίου, τα οποία σε πολύ μεγάλο ποσοστό δεν μπορούν να διατεθούν λόγω προβλημάτων στο ιδιοκτησιακό τους καθεστώς. Ειδικότερα, μόλις το 13,5% αυτών είναι πλήρως ελεύθερα, ενώ το 22,75% των ακινήτων χαρακτηρίζονται ως άγνωστα και το 40% αυτών είναι καταπατημένα.