Με το ζήτημα της συνταγματικότητας του ν. 3220/2004 «Μέτρα αναπτυξιακής και κοινωνικής πολιτικής – αντικειμενικοποίηση του φορολογικού ελέγχου και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄15/2004), με το οποίο προβλέφθηκε η δυνατότητα παραχώρησης κατά κυριότητα δημόσιου κτήματος σε ιδιώτες, έναντι μειωμένου αντιτίμου, κατ’ εφαρμογή σχεδίου πόλεως, ασχολήθηκε το Συμβούλιο της Επικρατείας, στην πρόσφατη υπ’ αριθ. 197/2016 απόφασή του.

Στην απόφαση αυτή, το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο διατύπωσε, για πολλοστή φορά, την πάγια κρίση του, ως προς την ερμηνεία των επιταγών του άρθρου 24 του Συντάγματος, περί της προστασίας του περιβάλλοντος, κάνοντας δεκτό ότι με τις διατάξεις του άρθρου αυτού έχει αναχθεί σε συνταγματικώς προστατευόμενο αγαθό το οικιστικό, φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον και ο νομοθέτης οφείλει να ρυθμίσει τη χωροταξική ανάπτυξη και την πολεοδομική διαμόρφωση της χώρας με βάση ορθολογικό σχεδιασμό, υπαγορευόμενο από πολεοδομικά κριτήρια, σύμφωνα με τη φυσιογνωμία, τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες κάθε περιοχής. Έτσι, κάθε σχετική ρύθμιση, που θεσπίζεται στο πλαίσιο υλοποίησης του πολεοδομικού σχεδιασμού μιας περιοχής, θα πρέπει να αποβλέπει στην εξυπηρέτηση των αναγκών της πόλης από άποψη υγιεινής, ασφάλειας, οικονομίας, κυκλοφορίας, αισθητικής, αλλά και στην αρτιότερη πολεοδομική διαρρύθμισή της. Έγινε, βέβαια, δεκτό ότι παράγοντες σχετικοί με ήδη διαμορφωθείσες και υφιστάμενες πραγματικές καταστάσεις, δύνανται να λαμβάνονται υπ’ όψιν μόνον επιβοηθητικά.

Με βάση το σκεπτικό αυτό, κρίθηκε, εν τέλει, ότι οι διατάξεις του άρθρου 44 του ν.3220/2004 – με τις οποίες προβλέφθηκε, στο πλαίσιο υλοποίησης του πολεοδομικού σχεδιασμού μίας περιοχής, η απευθείας εκποίηση δημοτικών εκτάσεων της πολεοδομούμενης αυτής περιοχής στους αυθαίρετους κατόχους τους – εισάγουν ρύθμιση μη υπαγορευόμενη από πολεοδομικά κριτήρια, αλλά αποσκοπούσα στην εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων, μέσα από την αποδοχή πραγματικών καταστάσεων, που δημιουργήθηκαν παρανόμως και αυθαιρέτως από ιδιώτες. Έγινε, έτσι, εν τέλει, δεκτό ότι οι ρυθμίσεις αυτές δεν συμβάλλουν στον ορθολογικό πολεοδομικό σχεδιασμό της περιοχής και έρχονται σε αντίθεση τόσο με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, που επιτάσσουν τον ορθολογικό πολεοδομικό σχεδιασμό, προς εξασφάλιση της λειτουργικότητας των οικισμών, όσο και με τις συνταγματικές αρχές του κράτους δικαίου και της ισότητας των πολιτών ενώπιον του νόμου.