Σύμφωνα με την πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (εφεξής ΣτΕ) η προθεσμία για προσβολή με αίτηση ακυρώσεως της πράξης τροποποίησης ρυμοτομικού σχεδίου αρχίζει, κατά κανόνα, από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.Σημειώνεται δε ότι η διοικητική αυτή πράξη χαρακτηρίζεται από τη νομολογία ως ατομική πράξη γενικού περιεχομένου.
Περαιτέρω, εάν η τροποποίηση είναι εντοπισμένη, η πιο πάνω προθεσμία αρχίζει για μεν τον ιδιοκτήτη του ρυμοτομούμενου ακινήτου από την κοινοποίηση αυτής της πράξης ή από τη γνώση του περιεχομένου της, για τον δε τρίτο ενδιαφερόμενο από τη δημοσίευση της σχετικής πράξης ( ΣτΕ 2073/2002, 3113/1998).
Εάν, όμως, η τροποποίηση συνίσταται σε αποχαρακτηρισμό κοινόχρηστου χώρου και τη μετατροπή του σε οικοδομήσιμο, η προθεσμία προσβολής, και από τρίτο ενδιαφερόμενο δεν αρχίζει από τη δημοσίευση της πράξης τροποποίησης του σχεδίου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά από την πλήρη γνώση του περιεχομένου της, που τεκμαίρεται από ενέργειες, οι οποίες αναιρούν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα, όπως η κατάληψη του κοινόχρηστου χώρου, η έναρξη οικοδομικών εργασιών κλπ ( ΣτΕ 4531/2013, 2512/2009, 3739/2004).
Περαιτέρω, η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά άδειας οικοδομής, η οποία δεν δημοσιεύεται και δεν κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο, δεν κινείται από τη γνώση μόνον της εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών, αλλά απαιτείται και γνώση του περιεχομένου της αδείας ως προς τα βασικά χαρακτηριστικά του κτιρίου και τις χρήσεις του, σε συνάρτηση και με τις προβαλλόμενες πλημμέλειες της οικοδομικής άδειας και το έννομο συμφέρον στο οποίο θεμελιώνεται η άσκηση του κρινόμενου βοηθήματος.
Για τη συναγωγή, τέλος, του σχετικού τεκμηρίου γνώσης λαμβάνεται υπόψη και το χρονικό διάστημα που παρήλθε από την έναρξη των σχετικών οικοδομικών εργασιών, σε συνδυασμό με το εύλογο ενδιαφέρον του αιτούντος να πληροφορηθεί σχετικά με την έκδοση της οικοδομικής άδειας και το ακριβές περιεχόμενό της ( ΣτΕ 796/2016, 4531/2013, 2065/2007).