Με την υπ’ αριθμ. 944/2016 απόφαση του Ε’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε η επιβολή προστίμου για θαλάσσια ρύπανση μετά από εκδηλωθείσα πυρκαϊά στην θαλάσσια περιοχή Κυνόσουρας Σαλαμίνας σε βάρος προσώπου που δεν ήταν ο αρχικός υπαίτιος και συγκεκριμένα σε βάρος του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου ναυτιλιακής εταιρείας.

Ως εκ τούτου κρίθηκε από το ΠΔ. 55/1998 (Α’ 58) περί ‘’Προστασίας του Θαλάσσιου Περιβάλλοντος αλλά και από διατάξεις του ν. 743/1977(Α’ 319) περί ‘’Προστασίας του Θαλάσσιου Περιβάλλοντος και άλλων συναφών θεμάτων’’ ότι προκύπτει ζήτημα αντικειμενικής ευθύνης τόσο ως προς την αποκατάσταση της προκληθείσης ρυπάνσεως όσο και προς την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων για την παράβαση τους (ΣτΕ 4969/2014 κ.α). Όπως συγκεκριμένα αναφέρεται στις παραπάνω διατάξεις, η πράξη επιβολής προστίμου για θαλάσσια ρύπανση μπορεί να εκδοθεί σε βάρος οποιουδήποτε εκ των κατά των το νόμο θεωρουμένων ως υπευθύνων της ρυπάνσεως. Περαιτέρω, σε περίπτωση επιβολής του προστίμου σε βάρος προσώπου συνυπεύθυνου εις ολόκληρον με τον υπαίτιο της ρυπάνσεως, δεν απαιτείται, για την νομιμότητα της πράξης επιβολής του προστίμου, να ήταν αδύνατη η έκδοση της σε βάρος του αρχικού υπαιτίου ή άλλου συνυπεύθυνου, εφόσον, πάντως, δεν αμφισβητείται ότι διαπιστώθηκε η ρύπανση και ο σύνδεσμος της με ορισμένη ρυπογόνο πηγή και ότι το πρόσωπο, σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε το πρόστιμο, ήταν εκ των κατά νόμο υπευθύνων.

Περαιτέρω, κρίθηκε ότι μετά την εκδηλωθείσα πυρκαϊά στον πλωτό διαχωριστήρα της πλοιοκτήτριας εταιρείας, ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της δεν μερίμνησε, όπως είχε υποχρέωση ‘’για τη λήψη των απαραίτητων και ενδεδειγμένων από την ναυτική εμπειρία και ιδιαιτερότητα του εν λόγω σκάφους μέτρων, με αποτέλεσμα να ρυπανθούν από μαύρα πετρελαιοειδή τόσο η θάλασσα όσο και η περιοχή Κυνόσαυρος Σαλαμίνας’’. Κατόπιν τούτου και αφού τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 14 παρ. 6 του ΠΔ 55/1998 ο Λιμενάρχης Πειραιά παρέπεμψε την υπόθεση στον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας ο οποίος έλαβε υπόψη του την αμέλεια του υπευθύνου να αναλάβει τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας, την συμβολή για την καταπολέμηση της εν λόγω ρύπανσης όχι μόνο του Λιμενικού Σώματος αλλά και διαφόρων συνεργείων των ΟΤΑ και τέλος το γεγονός ότι δεν κατέστη δυνατή η προσέγγιση των αιτίων του εν λόγω περιστατικού, πλην, υπάρχει κάποιο γενεσιουργό  αίτιο που προκάλεσε την έκρηξη και την πυρκαγιά, θεώρησε υπαίτιο τον Πρόεδρο και Διευθύνων Σύμβουλο, και ως εκ τούτου επέβαλε το πρόστιμο των 110,000,000 δραχμών.

Κατόπιν τούτου, ασκήθηκε και έγινε δεκτή προσφυγή από το Διοικ. Πρωτ. Πειραιά (απόφ. 1744/2003) κατά της καταλογιστικής του προστίμου πράξεως τόσο από την πλοιοκτήτρια εταιρεία, ως συνυπεύθυνη για την καταβολή του προστίμου, όσο και από τον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο. Με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι δεν αποδείχθηκε από το Δημόσιο η υπαιτιότητα έστω και με την μορφή αμέλειας στο προσώπου του Προέδρου, με αποτέλεσμα να μην στοιχειοθετείται ούτε η αποδοθείσα εις βάρος του παράβασης, ούτε η εις ολόκληρον ευθύνη της πλοιοκτήτριας εταιρείας. Προς την απόφαση του Πρωτοδικείου Πειραιά, το Διοικ. Εφετείο Πειραιά απεφάνθη ότι εν τέλει η προκληθείσα ρύπανση δεν οφείλεται σε υπαίτια συμπεριφορά των αναιρεσιβλήτων αφού μεταξύ άλλων δεν προέκυψε η μη λήψη εκ μέρους τους των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας και επομένως δε στοιχειοθετείται η εις ολόκληρον ευθύνη της εταιρείας ούτε και η παράβαση του αναιρεσιβλήτου.

Σύμφωνα όμως το ΠΔ 55/1998, προκύπτει σύνδεσμος της διαπιστωθείσας ρυπάνσεως με την πυρκαγιά που σημειώθηκε στον πλωτό διαχωριστήρα και οι αναιρεσίβλητοι περιλαμβάνονται στα πρόσωπα στα οποία μπορεί κατά το νόμο να επιβληθεί το επίδικο πρόστιμο. Συνεπώς η επιβολή του προστίμου σε βάρους του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της πλοιοκτήτριας εταιρείας του πλωτού διαχωριστήρα ήταν νόμιμη ανεξαρτήτως της υπάρξεως υπαιτιότητας του ίδιου ως προς την αιτία προκλήσεως της πυρκαγιάς δεδομένου δεν απαιτείται να διαπιστώνεται υπαιτιότητα ως προς την πρόκληση ρυπάνσεως, εφόσον αφενός με την πράξη αυτή διαπιστώνεται η ρύπανση και ο σύνδεσμος της με ορισμένη ρυπογόνο πηγή και αφετέρου προκύπτει ότι το πρόσωπο αυτό περιλαμβάνεται μεταξύ εκείνων μπορεί κατά νόμο (άρθρο 14 παρ. 8 σε συνδυασμό με τα άρθρα 12 παρ. 1και 13 παρ. 1 περ. β’ του πδ 55/1998) να επιβληθεί το πρόστιμο. Κατόπιν τούτου το ΣτΕ έκανε δεκτή την υπό κρίση αίτηση κατά της αποφάσεως του Διοικ. Εφετ. Πειραία και αναίρεσε την απόφαση του.