Με την υπ’ αριθμ. 943/2016 απόφασή του το Ε΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (εφεξής ΣτΕ) έκρινε ότι ο θεσμός της τακτοποίησης των οικοπέδων υπαγορεύεται τόσο από λόγους δημοσίου συμφέροντος όσο και από λόγους που ανάγονται στην προστασία της ιδιοκτησίας. Οι σχετικές διαδικασίες, δηλαδή η τακτοποίηση οικοπέδων και η κύρωση της πράξης εφαρμογής, αποσκοπούν στην αρτιοποίηση των μη άρτιων οικοπέδων. Αποσκοπούν, επίσης, στον πλήρη , κατά το δυνατόν, ορθογωνισμό και την ευθυγράμμιση των πλευρών τους, προκειμένου να καταστεί δυνατή σε αυτά η ανέγερση άρτιων οικοπέδων.
Κατά τη διενέργεια της τακτοποίησης παρέχεται στη Διοίκηση η διακριτική ευχέρεια ως προς τον τρόπο πραγματοποίησής της. Ειδικότερα, επιτρέπεται η μεταβολή του σχήματος, της θέσης και του μεγέθους των τακτοποιούμενων οικοπέδων.
Η ουσιαστική δε εκτίμηση της Διοίκησης και όλων των αρμοδίων οργάνων για τον τρόπο τακτοποίησης των οικοπέδων αποτελεί καθαρά τεχνικό ζήτημα και για τον λόγο αυτόν είναι ανέλεγκτη ακυρωτικά.
Έγινε, όμως, δεκτό ότι η σχετική κρίση της διοίκησης θα πρέπει να αιτιολογείται προσηκόντως, με την αναφορά των πραγματικών δεδομένων και των λόγων, ενόψει των οποίων κατέστη αναγκαίος ο προκριθείς τρόπος τακτοποίησης των οικοπέδων ( β, και ΣτΕ 4290/2015).
Περαιτέρω, κρίθηκε ότι όταν εξετάζονται ενστάσεις κατά της πράξης εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης, το αρμόδιο όργανο οφείλει να αντιμετωπίζει ειδικώς τους ουσιώδεις ισχυρισμούς που υποβλήθηκαν. Η δε σχετική κρίση πρέπει να είναι αιτιολογημένη, ενώ η αιτιολογία μπορεί να προκύπτει και από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως (βλ. και ΣτΕ 524/2016, 3567/2013, 770/2005).
Τέλος, έγινε δεκτό ότι η Διοίκηση έχει ευρύτατη διακριτική ευχέρεια ως προς την αποδοχή ή μη αιτήματος μετατροπής εισφοράς γης σε χρηματική εισφορά, κατά το άρθρο 8 παρ. 7 του ν. 1337/1983, μη απαιτουμένης, κατ’ αρχήν, ειδικής αιτιολογίας για την απόρριψη σχετικού αιτήματος.
Όταν, όμως, κατά τη διοικητική διαδικασία που προηγείται της κύρωσης της πράξης εφαρμογής προβληθούν από τον ενδιαφερόμενο ιδιοκτήτη ειδικοί ισχυρισμοί, αναγόμενοι στην συνδρομή κρίσιμων προϋποθέσεων για τη μετατροπή της εισφοράς γης σε χρηματική, υποχρεούται η Διοίκηση να αντιμετωπίσει αιτιολογημένα τους ισχυρισμούς αυτούς (βλ. και ΣτΕ 524/2016, 2070/2004, 428/2001).
Οι σχετικοί ισχυρισμοί θα πρέπει να ανάγονται ρητά στις προβλεπόμενες από το προαναφερθέν άρθρο 8 του ν. 1337/1983 προϋποθέσεις και να μην αφορούν υποκειμενικούς παράγοντες αξιοποίησης της ιδιοκτησίας από τους εκάστοτε κυρίους ή συγκυρίους της.
Στο πλαίσιο αυτό, έγινε δεκτό από το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο ότι ο ισχυρισμός του αιτούντος ιδιοκτήτη ότι η μετατροπή της συνολικής οφειλόμενης εισφοράς σε γη σε χρηματική ήταν επιβεβλημένη, προκειμένου να καταστεί δυνατή η εκμετάλλευση της ιδιοκτησίας του, με τη σύσταση κάθετης ιδιοκτησίας σε τρία τμήματα για τη στέγαση όλων των συγκυρίων, δεν είναι ουσιώδης ούτε και ανάγεται στις νόμιμες προϋποθέσεις του άρθρου 8 παρ. 7 του ν. 1337/1983.